Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

«Εκλιπαρούσαμε για βοήθεια, οι Έλληνες αστυνομικοί μας πέταξαν στο ποτάμι...Ο ουρανός της Συρίας δεν είναι πια μπλε, είναι κόκκινος από το αίμα. Γι’ αυτό παίρνουμε τα παιδιά μας και κάνουμε το ταξίδι. Μην αφήσετε να γίνουν χειρότερα τα πράγματα...»


Κάποιοι τώρα ίσως... να αναβαθμίσουν τον ανθρωπισμό τους. Κάποιοι θα μείνουν, ως συνήθως, εχθρικοί έως ατάραχοι. Κάποιοι, πιθανώς, θα καταλάβουν ποιοι και γιατί χρησιμοποιούν τους ξεριζωμένους μετανάστες ως άλλοθι στις οικονομικές-πολιτικές επιδιώξεις τους.  Όσο θα παραμένουμε σιωπηλοί, αυτοί που δημιουργούν αυτή την κατάσταση, θα κερδίζουν περισσότερα,  «επενδύοντας» στο αίμα των μεταναστών και το δικό μας. Στο  ματωμένο τους «χρηματιστήριο» κοστίζει το ίδιο. Οι υπογραμμίσεις δικές μας... - (Οικοδόμος)

"Η «Εφ.Συν.» φέρνει στο φως τη συγκλονιστική μαρτυρία Σύρου πρόσφυγα που έπεσε την περασμένη εβδομάδα θύμα παράνομης επιχείρησης επαναπροώθησης στην Τουρκία. Πρόκειται για έναν 34χρονο, πατέρα δύο παιδιών, μέλος της ομάδας των 150 Σύρων προσφύγων που τα ίχνη τους χάθηκαν στην Ορεστιάδα την Τρίτη, 12 Νοεμβρίου. Οπως γράψαμε βασισμένοι σε μαρτυρίες ανθρώπων που μίλησαν μαζί τους, περίπου οι μισοί πρόσφυγες της ομάδας είχαν επαναπροωθηθεί βίαια και βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη. Σήμερα, ο 34χρονος Σύρος, με τον οποίο μιλήσαμε τηλεφωνικά, αποκαλύπτει τι συνέβη εκείνο το βράδυ.  Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και με καταγγελίες διεθνών οργανώσεων και οργανισμών, παράνομες επιχειρήσεις επαναπροώθησης γίνονται εδώ και χρόνια σχεδόν καθημερινά, τόσο στα χερσαία σύνορα στον Εβρο όσο και στα θαλάσσια στο Αιγαίο. Φαίνεται ότι ο φράχτης στον Εβρο δεν φτάνει για να επιτευχθεί η «μηδενική» μεταναστευτική ροή στα χερσαία σύνορα, για την οποία επαίρεται ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, ενώ οι θάνατοι μεταναστών και προσφύγων στο Αιγαίο ξεπερνούν τους εκατό. Παρά τον κίνδυνο της ζωής τους, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες επιχειρούν να διασχίσουν τα σύνορα ξανά και ξανά, καθώς στη χώρα τους αντιμετωπίζουν πολέμους και άθλιες συνθήκες ζωής.

Η μαρτυρία του 34χρονου Σύρου

Τρεις φορές με έχουν γυρίσει πίσω από την Ελλάδα. Η πρώτη ήταν πριν από πέντε μήνες. Προσπαθήσαμε να έρθουμε οικογενειακώς από τη θάλασσα. Εγώ, η γυναίκα μου και τα δυο μου παιδιά. Ηρθαν αστυνομικοί με βάρκες, μας συνόδεψαν μέχρι την τουρκική πλευρά και τρύπησαν τη βάρκα μας. Είχαμε μέσα αρρώστους και παιδιά. Μας βρήκε το τουρκικό λιμενικό και μας βοήθησε.

Η δεύτερη φορά ήταν στις 5 Νοεμβρίου. Περάσαμε στον Εβρο τα σύνορα και περπατούσαμε. Περνούσαν δίπλα μας αυτοκίνητα, κάποιοι μας έδωσαν φαγητό. Θα ‘χαμε περπατήσει δέκα χιλιόμετρα όταν φάνηκε η αστυνομία. Ηταν 10 το βράδυ. «Ηρθαμε για να ξεφύγουμε από τον πόλεμο», τους λέγαμε. «Δεν έχετε δουλειά εδώ, πρέπει να φύγετε», μας έλεγαν. Μας έβαλαν σ’ ένα μεγάλο φορτηγό, πενήντα ανθρώπους τον ένα πάνω στον άλλο. Φωνάζαμε, εκλιπαρούσαμε για βοήθεια. Είχαμε μαζί μας γυναίκες, παιδιά, μωρά. Μας έβαλαν σε αυτοκίνητα, οδήγησαν μέχρι το ποτάμι και μας άφησαν κλεισμένους μέσα, πέντε, έξι ώρες. Μας έβγαλαν, μας πήραν τσάντες και κινητά και τα πέταξαν στο ποτάμι. Εβρεχε και περιμέναμε χωρίς κάλυμμα μέσα στη βροχή. Ουρλιάζαμε. Δεν ξέραμε πού μας πάνε και τι θα μας συμβεί. Γύρω στις δύο- τρεις τη νύχτα, μας έβαλαν σε μια βάρκα και μας έστειλαν πίσω. Οταν ξημέρωσε, ήμασταν στην τουρκική πλευρά.

Η τρίτη φορά ήταν στις 12 Νοεμβρίου. Ημασταν πολλοί, εκατόν πενήντα άτομα, όλοι από τη Συρία. Μαζί μας γυναίκες, είκοσι δύο παιδιά κι έξι μωρά, μικρότερα από ενός έτος. Περάσαμε τα σύνορα και περπατούσαμε πάνω στο δρόμο. Ρωτούσαμε όποιον βρίσκαμε πού είναι η αστυνομία να παραδοθούμε. Φτάσαμε στο χωριό Πράγγι. Ενας από μας μιλούσε καλά ελληνικά και μας διάβαζε τις πινακίδες. Μαζευτήκαμε μια μεγάλη ομάδα στην αυλή της εκκλησίας, άλλοι είχαν μείνει έξω από το χωριό, κοντά στο ποτάμι. Ζητούσαμε βοήθεια, δεν φάνηκε κανείς. Ισως μας φοβόντουσαν. Δυο-τρεις ώρες μετά, έφτασε η αστυνομία και τότε ξεμύτισαν μερικοί χωριανοί. Οι αστυνομικοί ήταν πολλοί, σαράντα–πενήντα. Μας ρώτησαν: «Τι θέλετε;» Είπαμε: «Να πάμε στο κέντρο υποδοχής». «Εντάξει», είπαν, «θα σας πάμε». Αλλά μας είπαν ψέματα.

Ωμή βία των αστυνομικών

Μαζί μας ήταν μια οικογένεια, ένα ανδρόγυνο με δύο κόρες. Ο άντρας είπε στους αστυνομικούς: «Βοηθήστε μας, έχω την οικογένειά μου μαζί». Ορκίζομαι στο Θεό, δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου άνθρωπο να τρώει τόσο ξύλο. Τον έριξαν κάτω και του πατούσαν το κεφάλι, τον κλοτσούσαν, τον χτυπούσαν με τη λαβή του όπλου. Αυτό κράτησε μισή ώρα. Επειτα άρχισαν να κλοτσάνε τη γυναίκα. Υστερα πήραν γυμνά καλώδια και τους χτυπούσαν μ’ αυτά. Ορκίζομαι, ήταν Ελληνες αστυνομικοί. Τότε, άρχισαν με μας. Μας χτυπούσαν τον έναν μετά τον άλλο μέχρι που έφτασαν τα αυτοκίνητα.

Τους ξαναρωτήσαμε: «Θα μας πάτε στο στρατόπεδο;» Απάντησαν: «Ναι, μπείτε μέσα». Εκλεισαν πόρτες και παράθυρα, δεν μπορούσαμε να πάρουμε ανάσα. Φτάσαμε μέχρι τα σύνορα. Μπροστά μας, από την άλλη πλευρά, ήταν το τουρκικό στρατόπεδο. Ερχονταν όλο και περισσότεροι αστυνομικοί, μέχρι που μαζεύτηκαν εξήντα-εβδομήντα. Κάποιοι φορούσαν πολιτικά, άλλοι σκούρα μπλε στολή. Τα πρόσωπά τους ήταν καλυμμένα. Μιλούσαν ελληνικά, αγγλικά και γερμανικά. Και κρατούσαν κοντάρια. Καταλάβαμε τι μας περίμενε. Ενα μέρος τους επέβλεπε εμάς, ένα άλλο κοίταζε στην τουρκική πλευρά να δει πότε θα φύγουν οι Τούρκοι στρατιώτες για να μας στείλουν πίσω, και δώδεκα είχαν πάρει τα κοντάρια και μας χτυπούσαν. Δεν τους ένοιαζε πού – στην πλάτη, στα πόδια, ακόμα και κατευθείαν στο κεφάλι.

Δεκαέξι λιγότεροι

Επειτα έψαξαν τις τσάντες μας και πήραν χρήματα και κινητά. «Θα σας τα δώσουμε πίσω», έλεγαν. Είχα φυλάξει καλά μέσα στην τσάντα 300 ευρώ να μη βραχούν. Τα βρήκαν και τα πήραν. Μου πήραν το διαβατήριο. Μου πήραν το κινητό. Επειτα πέταξαν την τσάντα στο ποτάμι. Αρχισαν να μας βάζουν σε μια βάρκα, ανά τριάντα. Σε όποιον αρνούνταν, του έβαζαν το πιστόλι στο κεφάλι και φώναζαν: «Μέσα! Μέσα!» Γλίστρησα κι έπεσα στο ποτάμι, δεν ξέρω να κολυμπάω. Με τράβηξαν οι δικοί μου και με ανέβασαν. Οι αστυνομικοί απλά κοιτούσαν.

Μας βρήκε η τουρκική αστυνομία στις 10 το πρωί. Ημασταν 134, μας συνέλαβαν όλους. Από όσους είχαμε ξεκινήσει, έλειπαν δεκάξι. Ανάμεσά τους, μια οικογένεια εννιά Αρμένιων που ζούσαν στη Συρία. Τρεις άντρες, τρεις γυναίκες και τρία παιδιά. Δεν ξέρει κανείς τι τους έχει συμβεί. Εμάς τους υπόλοιπους μας έδωσαν να φάμε καλά, μας έδωσαν νερό, μας έδωσαν ζεστά σκεπάσματα να κοιμηθούμε, μέχρι να έρθουν τα αυτοκίνητα να μας πάρουν για την Κωνσταντινούπολη.

Χτες κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου και να περπατήσω. Ακόμα και σήμερα, μια βδομάδα μετά, με πονάει η πλάτη μου. Ομως θα το ξανακάνω το ταξίδι. Δεν έχω άλλη επιλογή. Πίσω μου υπάρχουν σοβαρά προβλήματα. Θέλω να στείλω ένα μήνυμα. Θέλω να φτάσει οπωσδήποτε στον κόσμο. Μέχρι πότε θα θυσιαζόμαστε; Μέχρι πότε θα κοιτάζουν όλοι αδιάφοροι; Αρκετά με το αίμα των Σύρων που χάνεται άδικα. Δεν με νοιάζει να πεθάνω, είμαι 34 χρόνων. Αλλά υπάρχουν γυναίκες, οικογένειες, παιδιά. Αυτά σκέφτομαι. Ο ουρανός της Συρίας δεν είναι πια μπλε, είναι κόκκινος από το αίμα. Γι’ αυτό παίρνουμε τα παιδιά μας και κάνουμε το ταξίδι. Μην αφήσετε να γίνουν χειρότερα τα πράγματα.

………………………………………………………………………………………………………………………………..

Διεθνείς εκθέσεις καταπέλτης

Για παράνομες απομακρύνσεις προσφύγων εγκαλούνται οι ελληνικές αρχές από παγκόσμιες οργανώσεις. Δεν αγνοούν μόνο τις καταγγελίες αλλά εξασφαλίζουν ατιμωρησία στους δράστες

Η συστηματική και εκτεταμένη εφαρμογή της παράνομης πρακτικής των επαναπροωθήσεων καταγράφεται σε σειρά εκθέσεων διεθνών οργανισμών και οργανώσεων τα τελευταία χρόνια, ωστόσο οι ελληνικές αρχές αγνοούν επιδεικτικά τις καταγγελίες, δημιουργώντας ένα καθεστώς ατιμωρησίας το οποίο κλείνει το μάτι στους δράστες επιχειρήσεων, που παραβιάζουν μαζικά τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα μεταναστών και προσφύγων.

Με βάση την έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας «Σύνορα της Ευρώπης: Καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία» που δημοσιοποιήθηκε τον Ιούλιο, η επίτροπος της Ε.Ε. Σεσίλια Μάλμστρομ εξέφρασε τη μεγάλη ανησυχία της Επιτροπής για τις καταγγελίες και δήλωσε πως, αν αποδειχτούν και συνεχιστούν, «είναι πιθανό να οδηγήσουν σε αναβολή ή τερματισμό μέρους ή του συνόλου των επιχειρήσεων της Frontex στα ελληνοτουρκικά σύνορα».

Η επίτροπος θα μπορούσε να είναι πιο σκληρή στις δηλώσεις της, αν αυτές δεν αντικατόπτριζαν τη συντηρητική στροφή της Ε.Ε. σε θέματα προσφύγων και μεταναστευτικής πολιτικής. «Οι μετανάστες και οι μετανάστριες που καταφέρνουν να περάσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα γίνονται συχνά θύματα επαναπροωθήσεων», ανέφεραν τη Δευτέρα τρεις διεθνείς οργανώσεις από κοινού με την Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που κατηγορούν την Ε.Ε. ότι προωθεί πρακτικές ποινικοποίησης των μεταναστών και ελέγχου των συνόρων, αντί να στρέφεται προς τη δημιουργία δομών υποδοχής.

Παρόμοιες καταγγελίες έχουν γίνει από πιο παλιά. Ηδη από τον Οκτώβριο του 2009, το πρόβλημα καταγράφει η έκθεση «Ανεπιθύμητοι άνθρωποι: παράνομες απελάσεις αιτούντων άσυλο από την Ελλάδα» της Νορβηγικής Επιτροπής Ελσίνκι, της NOAS και της οργάνωσης «Αίτημα».

Εξαιρετικά σοβαρές είναι οι καταγγελίες της πρόσφατης έκθεσης της οργάνωσης Pro Asyl με τίτλο «Επαναπροωθημένοι: συστηματικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εναντίον προσφύγων στο Αιγαίο και στα χερσαία ελληνοτουρκικά σύνορα».

Παρ’ όλες τις καταγγελίες, η ελληνική πολιτική και φυσική ηγεσία των σωμάτων ασφαλείας δηλώνει άγνοια για τις επαναπροωθήσεις. Αντί να διατάξει τη σοβαρή και μέχρι τέλους διερεύνηση των καταγγελιών, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Δένδιας ενημερώνει τη Βουλή ότι δεν του έχουν καταγγελθεί περιστατικά επαναπροώθησης από κανέναν αστυνομικό της ΕΛ.ΑΣ. ή της FRontex (!), αυτών δηλαδή που κατηγορούνται ότι διαπράττουν τις παράνομες επιχειρήσεις.

Παρακάμπτει μάλιστα τις καταγγελίες για χρήση βίας, που φτάνει μέχρι τον βασανισμό, κάνοντας λόγο για ένα τεχνολογικό θέαμα τύπου… «ήχος και φως». Για να σταματήσουν την είσοδο μεταναστών, λέει, οι αρχές «χρησιμοποιούν βασικά τεχνολογικό εξοπλισμό που εκπέμπει σήματα ήχου και φωτός και πληροφορούν τις αρχές της γειτονικής χώρας για την παρουσία προσώπων κοντά στα ελληνοτουρκικά σύνορα, ώστε να δράσουν αμέσως και να τους συλλάβουν πριν μπουν στη χώρα μας».

Οπως καταγγέλλει η Pro Asyl, ο υπουργός Ναυτιλίας Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης αρνήθηκε πρόσφατα να απαντήσει σε ερώτηση σχετικά με τις κατηγορίες για επαναπροωθήσεις, ενώ δεν έχει κρύψει τη στάση του απέναντι στους πρόσφυγες: «Η πολιτική μας δεν αλλάζει: να αποθαρρύνουμε τους μετανάστες από το να εισέρχονται παράνομα στη χώρα μας. [...] Η χώρα μας έχει εξαντληθεί οικονομικά και δεν μπορεί να ενσωματώσει στην κοινωνία άλλους μετανάστες. Αυτή είναι η ξεκάθαρη βούλησή μας και, βασισμένοι σ’ αυτήν, το Λιμενικό επαγρυπνεί, και θα συνεχίσει να το κάνει, για την αποτελεσματικότερη φύλαξη των θαλάσσιων συνόρων μας».

Στην ίδια γραμμή βρίσκεται και ο αρχηγός του Λιμενικού αντιναύαρχος Δημήτρης Μπαντιάς, που δηλώνει: «Το ελληνικό Λιμενικό έχει το δικαίωμα να απαγορεύει την είσοδο παράνομων μεταναστών, καθώς έρχονται απρόσκλητοι και χωρίς χαρτιά [...]»."

Δημήτρης Αγγελίδης

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Για όποιον δεν ενδιαφέρεται για τους μετανάστες, και δεν τους θεωρεί ανθρώπους που έχουν την ίδια μοίρα και μεταχείριση με τους δικούς μας μετανάστες του '50 και του '60 ας κάνει τον εξής συσχετισμό. Αν συνεχιστεί η ίδια πολιτική, και τα δικά του παιδιά θα έχουν την ίδια μεταχείριση ως μετανάστες κι αυτά. Κι ότι οι χρυσαυγίτες ξεκίνησαν την ... εκπαίδευσή τους πάνω στα κορμιά εξαθλιωμένων μεταναστών για να συνεχίσουν στα κορμιά Ελλήνων. Το ίδιο κάνουν κι οι της Φροντέξ ή της ελληνικής αστυνομίας. Προσεχώς λοιπόν τα καλύτερα.

Σοφία