Σάββατο 4 Αυγούστου 2012

Ξημέρωμα 4ης Αυγούστου 1936. Οι διακοπές που δε χαρήκαμε

Φωτογραφία από: "Ιστορικές φωτογραφίες"
Ήταν το τρίτο καλοκαίρι, που καθώς σταματούσαν τα μαθήματα έπαιρνα το ποστάλε για την Αθήνα. Με καρδιά μαύρη άφηνα τον κάμπο και τη θάλασσα στην πιο όμορφη ώρα. Και θα συνεχιζόταν στην πρωτεύουσα... Με περίμενε η Λαχαναγορά, το λεγόμενο και Παζάρι. Είχα κιόλας αποκτήσει εμπειρίες δουλεύοντας εποχιακά στη μεγάλη εκείνη «Γκάσμπα» της Αθήνας, που τροφοδοτούσε προπολεμικά την πρωτεύουσα με λαχανικά, φρούτα. Εκεί, αντίκρυ στον Κεραμεικό, μια ολόκληρη παραγκούπολη με τις «πόστες», τα μαγαζιά, που πουλούσαν άλλος τομάτες, άλλος μελιτζάνες, πεπόνια, φρούτα. Σωστό χρηματιστήριο, με τζίρο μεγάλο, καθημερινό. Χαμένοι οι παραγωγοί, οι μικρομανάβηδες, οι καταναλωτές και με κέρδη οι έμποροι. Τα «τρίτα» χέρια.

Μέσα σ' αυτήν την παραγκούπολη (το παζάρι) έκανα για τέσσερα χρόνια την καλοκαιρινή «θητεία» μου, στην προώθηση των προϊόντων της γης μας, που αυτά τροφοδοτούσαν την Αθήνα. Αυτές ήταν οι «διακοπές» μου.

Ένας ολόκληρος κόσμος κάθε νύχτα, με τα μεταφορικά μέσα της εποχής, γαϊδουράκια, σούστες, σουστάκια και τα λιγοστά αυτοκίνητα, έφταναν στις 2 η ώρα και ξεκινούσαν τη διαδικασία να εφοδιαστούν με τα όσα ζητούσε η πελατεία τους που περίμενε στους μακρινούς συνοικισμούς. Μαζί τους κι εκείνοι που πηγαίνουν στις λαϊκές αγορές. Λίγο αργότερα οι μαγαζάτορες και από κοντά οι προμηθευτές νοσοκομείων, ιδρυμάτων κλπ. Είναι αυτοί που μπαίνουν τελευταίοι. Είναι αγοραστές που σηκώνουν ποσότητες. Δεν ενδιαφέρονται πολύ για ποιότητα. Αυτοί γυρεύουν χαμηλές τιμές.

[…] Όταν εκείνο το μεγάλο ξυπνητήρι χτυπούσε εγερτήριο δεν χάριζε ούτε λεπτό. Δύο παρά τέταρτο τη νύχτα και ύστερα από λίγο δρομαίος για το παζάρι. Μισοκοιμισμένος ζηλεύεις αυτούς που αμέριμνοι κοιμούνται ξέγνοιαστοι πάνω στα καρότσια τους. Το καμπανάκι της Λαχαναγοράς χτύπησε και οι πρώτοι μανάβηδες αρχίζουν τη γύρα για να δούνε τις τιμές και ν' αρχίσουν τις αγορές τους.

Εκείνη τη νύχτα, ξημέρωνε 4 Αυγούστου, που τη θυμάμαι στιγμή με στιγμή. Είχαμε πέσει εκτός χρόνου, κάπου ένα δεκάλεπτο. Το παζάρι είχε κιόλας ανάψει, η τομάτα είχε ζήτηση και όλοι περίμεναν να ψωνίσουν.

Ξαφνικά από την οδό Πειραιώς και την Ιερά Οδό ακούστηκε μεγάλος θόρυβος και το δυνατό πλατάγισμα αλόγων, που χτυπούσαν τις οπλές τους. Βγήκα από την πίσω πόρτα του παζαριού και προχώρησα να δω τι συμβαίνει. Ήταν μια ίλη Ιππικού με τον εξοπλισμό τους και μαζί τους ομάδες από φαντάρους που κρατούσαν στα χέρια τους μεγάλες τυπωμένες αφίσες, που τις κολλούσαν στους τοίχους, ενώ τα άλογα τούς πλαισίωναν με τη συνεχή κίνηση γύρω τους.

Κάποια στιγμή δυο-τρεις πιο τολμηροί πλησίασαν στους τοίχους, που είχαν κολλήσει τις μεγάλες αφίσες, και δε χρειάστηκαν πολλά για να φωνάξουν δυνατά και να τ' ακούσουν και οι άλλοι που βρίσκονταν πιο μακριά: Κηρύχτηκε δικτατορία από το βασιλιά και τον Μεταξά. Η Βουλή διαλύθηκε. Αυτά γράφουν οι προκηρύξεις. Ξαναγύρισα στο παζάρι, τα νέα είχαν μαθευτεί κι ο κόσμος είχε παγώσει. Μερικοί, μάλιστα, από τις λαϊκές αγορές πιο πολύ, ανήσυχοι, αν κι ο «Ρίζος» είχε δώσει σαφέστατο το μήνυμα ότι η δικτατορία φτάνει.

Ένα  μήνα πιο ύστερα, οι «διακοπές» μου στην Αθήνα τέλειωσαν και έπαιρνα το δρόμο της επιστροφής αφού είχα εξαντλήσει την υπηρεσία μέχρι το τέλος. Και στο σχολείο μια άλλη ατμόσφαιρα, με τους μπράβους του Μεταξά να θέλουν να μας μαντρώσουν στην περιβόητη οργάνωσή του, την ΕΟΝ. Είχαν φτάσει στην τάξη μας και μαθητές από άλλα σχολεία, με δυσμενή μετακίνηση και σιγά σιγά με τη βοήθεια προοδευτικών καθηγητών μπορέσαμε ν' αποκρούσουμε τις συνεχείς και προβοκατόρικες ενέργειες άλλων καθηγητών που ζητούσαν να μας χτυπήσουν κατακέφαλα.

Η μαθητική  συντροφιά μας στη Δ΄ Γυμνασίου είχε κάνει τα πρώτα βήματα. Είχαμε όμως πολύ δρόμο και δύσκολο ακόμα. Νίκος Καραντηνός

1 σχόλιο:

μαχαιρης είπε...

Αχ αυτοι οι δικτατορες..Καρμπον ολοι...!!Σαν να τους βγαζεις απο ενα κουτι..Κατα διαστηματα...Και να κανουν τα ιδια καθε φορα...!!